Διαβάστε επίσης +-
Η πολιτεία και η αγία βιοτή του Οσίου Αθανασίου του Μετεωρίτη καταγράφεται από τον βιογράφο του, τον μοναχό της μονής Υψηλοτέρας Νείλο Σταυρά (1390). Η σύνταξη του Βίου του οσίου Αθανασίου λίγα έτη μετά την προς Κύριον αποδημία του υποδηλώνει εναργώς την πίστη των μαθητών του στην αρετή και την αγιότητά του.
Στο κείμενο σημειώνεται ότι ο Άγιος διαπρέψας, οὐδὲ χαρισμάτων ἄμοιρος παρὰ Θεοῦ ἐδείχθη ∙ ἀλλὰκαὶ προγνώσεως καὶ προφητείας μετέσχεν. Συν τω χρόνω, η τιμή και ευλάβεια προς τον άγιο Αθανάσιο αυξάνει. Στα 1483 εικονογραφείται το (παλαιό) καθολικό της μονής. Ο Όσιος Αθανάσιος αλλά και ο διάδοχός του, Ιωάσαφ εικονίζονται, φωτοστεφανωμένοι και με ειλητό στο χέρι. Λίγο αργότερα, μεταξύ 1490 και 1526, ο Κερκυραίος λόγιος ιεροδιάκονος Ιουστίνος Δεκαδύος συντάσσει Ακολουθία προς τιμήν του Οσίου Αθανασίου. Στο Τυπικό της μονής (1580) ο μοναχός Χριστόδουλος σημειώνει: Μὴν Ἀπρίλιος εἰς τὰς Κ΄ ἑορτάζομεν τῶν μακαρίων κτιτόρων ἡμῶν, Ἀθανασίου [καὶἸωάσαφ], / ὧν καὶσυστησαμένων τὴν καθ’ ἡμᾶς μονήν, τὸἐπίκλην ἁγίῳ Μετεώρῳ. / Ποιοῦμεν Ἀγρυπνίαν ἀφ’ ἑσπέρας. Στα 1707 ο Βίος του Αγίου μεταφράζεται στην δημώδη γλώσσα από τον ιβηρίτη μοναχό Νεόφυτο Χριστόπουλο από τον Τύρναβο. Τα ανωτέρω γεγονότα τεκμηριώνουν την διάδοση της τιμής του αγίου Αθανασίου στον 18ο αιώνα. Είναι γεγονός ότι η εμφάνιση του οσίου Αθανασίου θα αποτελέσει ορόσημο στην εξέλιξη του μοναχισμού ολόκληρη την περιοχή.
ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΣΤΥΛΙΤΗΣ
Μεγάλη μορφή του αθωνικού και ακολούθως του μετεωρικού μοναχισμού είναι ο όσιος Γρηγόριος ο Στυλίτης η Πολίτης, ο γέροντας του αγίου Αθανασίου. Εξ αιτίας των συνεχών πειρατικών επιδρομών (περί το 1333), ο Όσιος αναχωρεί από τον Άθωνα, συνοδευόμενος από τον συνασκητή του Γαβριήλ και τον υποτακτικό του, Αθανάσιο. Οι τρεις εγκαθίστανται εν συνεχεία στα Μετέωρα, στον Στύλο του Αγίου Πνεύματος. Σταδιακά ο ασκητικός βίος του οσίου Γρηγορίου θα γίνει σημείο αναφοράς. Πολλοί θα προσέλθουν στο ασκητήριό του, προκειμένου να λάβουν ωφέλεια από τον λόγο και το παράδειγμά του.
Ένας εκ των σπουδαιοτέρων μαθητών του οσίου Γρηγορίου του Στυλίτη, και συνάμα εκ των συνασκητών του αγίου Αθανασίου, είναι ο ιερομόναχος Αναστάσιος.
Για τον ενάρετο αυτόν μοναχό γνωρίζουμε μόνον ο,τι ο βιογράφος του αγίου Αθανασίου διηγείται σε ευάριθμες γραμμές Από το απόσπασμα αυτό καθίσταται σαφές ότι ο όσιος Αναστάσιος έχει φθάσει σε υψηλά μέτρα αρετής. Είναι δε τέτοια η ταπείνωση του ανδρός, που δεν επιθυμεί να τύχει ταφής. Επιτάσσει μεθ’ επιτιμίου τους συναδελφούς του να ρίψουν το βασανισμένο από την άσκηση σώμα του βορά στα θηρία, αμέσως μετά την προς Κύριον αποδημία της ψυχής του, την οποία προφανώς είχε πληροφορηθεί, ως άνδρας προορατικός. Εντέλει αξιούται ταφής και δη από τα χέρια του αγίου Αθανασίου, διότι ἦν γὰρ τῶν ἐναρέτων καὶ κατὰ κόσμον αἱδέσιμος.
Το Ιερό φροντιστήριο του Μετεώρου μέσα στους επτά σχεδόν αιώνες αδιαλλείπτου μοναχικής μαρτυρίας έμελλε να αναδείξει μία πλειάδα Αγίων. Είναι εκείνοι οι οποίοι όπως αναφέρει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στην θεόπνευστη ακολουθία των Αγιορειτών Αγιών που συνέταξε «το παρά φύσιν διέφυγαν, το κατά φύσιν διέσωσαν, και των υπέρ φύσιν ηξίωθησαν χαρισμάτων». Αν και τα ονόματα των περισσοτέρων παραμένουν άγνωστα, αφού στόχος και επιδίωξή τους ήταν η πλήρης αφάνεια, εντούτοις η μακραίωνη ιστορία της Μονής διασώζει την μνήμην αρκετών επωνύμων Αγίων. Στον προαναφερθέντα Βίο του Οσίου Αθανασίου διασώζονται τα ονόματα μίας ομάδας Αγίων ασκητών οι οποίοι ασκούμενοι υπό την καθοδήγηση του Οσίου Αθανασίου έφτασαν σε μεγάλα μέτρα αρετής μιμούμενοι σε όλα τον Πνευματικό τους Πατέρα. Οι ιερομόναχοι Γαβριήλ, Γρηγόριος και Ιάκωβος οι οποίοι κρίθηκαν από τον Όσιο Αθανάσιο άξιοι του λειτουργήματος του ιερέως και ο Όσιος Μακάριος ο οποίος ορίστηκε από τον Όσιο Αθανάσιο ως επιστάτης και πνευματικός πατήρ της αδελφότητος πριν τον θάνατό του. Ιδιαίτερη μνεία οφείλεται στους Οσίους Ιγνάτιο και Αγάθων, οι οποίοι όντας οι ίδιοι γέροντες αδελφοτήτων υπετάχθησαν ομού με τους υποτακτικούς τους στην υπακοή του Οσίου Αθανασίου.
Δεύτερος κτίτωρ και διάδοχος του Οσίου Αθανασίου υπήρξε ο Όσιος Ιωάσαφ. Ο Ιωάσαφ – Ιωάννης Ούρεσης Παλαιολόγος, έχοντας αναγορευθεί συμβασιλέας ομού με τον πατέρα του Συμεών Ούρεση Παλαιολόγο, σε ηλικία 22 περίπου ετών, μιμούμενος τον καλό έμπορο του ευαγγελίου, ανταλλάσσει την βασιλική αλουργίδα με το φτωχό μοναχικό τριβώνιο, αδιαφορώντας για την συνέχεια της ένδοξης δυναστείας των Νεμανιδών. Θέτοντας τον εαυτό του στην υπακοή του Οσίου Αθανασίου πολύ γρήγορα θα ανέβει την κλίμακα των αρετών. Ο ίδιος ο Όσιος Αθανάσιος θα τον καταστήσει διάδοχό του. Μετά την οσιακή κοίμηση του γέροντά του ο Όσιος Ιωάσαφ θα αποτελέσει σημείο αναφοράς στην μοναστική ζωή της εποχής. Είναι γνωστό άλλωστε ότι κατά διαστήματα θα μετοικήσει στο Άγιον Όρος. Επί των ημερών του ο αρχικός Ναός της Μεταμορφώσεως θα μεγαλώσει τόσο σε μέγεθος όσο και σε μεγαλοπρέπεια, ενώ με δικές του πρωτοβουλίες η Μονή του Μετεώρου θα εμπλουτιστεί με κειμήλια μεγάλης αξίας.
Ηγούμενος κατά τα μέσα του 16ου αιώνος είναι ο καταγόμενος εξ Ηπείρου ιερομόναχος Συμεών, μοναχός αρχικώς της μονής του Αγίου Παντελεήμονος στα Ιωάννινα. Ο Πολύκαρπος Ραμμίδης ισχυρίζεται πως αφού εχειροτονήθη ιερεύς, μετά επταετή δοκιμασία στο μοναστήριο του Μετεώρου, ο τότε καθηγούμενος, Νικόδημος καθιστά τον Συμεώνα προϊστάμενο της μονής. Τούτο δε εξαιτίας της λαμπρής παιδείας και αρετής του. Μετά δε τον θάνατο του Νικοδήμου αναδεικνύεται αυτός ηγούμενος. Την ίδια εποχή μία άλλη μεγάλη προσωπικότητα έμελλε να αφήσει το στίγμα της στον μοναχισμό του ελλαδικού χώρου. Πρόκειται για τον Όσιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω. Όπως είναι γνωστό ο Όσιος θα λάβει το μοναχικό σχήμα στην Μονή του Μεγάλου Μετεώρου
Μεγάλη μορφή του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνος είναι ο εκ Τρικάλων ιερομόναχος Παρθένιος Ορφίδης, ηγούμενος της μονής του Αγίου και Μεγάλου Μετεώρου αλλά και μελωδός της Εκκλησίας. Ως είναι γνωστό, ο εν λόγω ηγούμενος, μαθητής ίσως του Πρωτοψάλτη Λαρίσης Αναστασίου Ραψανιώτη, κατέλιπε λαμπρό μουσικό έργο.
Το κοινόβιο του Αγίου και Μεγάλου Μετεώρου εσεμνύνετο αρχικώς στην Παναγία Μετεωρίτισσα, σύμφωνα με την λατρευτική παρακαταθήκη του αγίου Αθανασίου. Ο κτίτωρ Αθανάσιος οικοδομεί στον βράχο του Μετεώρου ναό της Παναγίας της Μετεωρίτισσας Πέτρας. Τούτο μαρτυρεί ο ίδιος, απευθυνόμενος στους μαθητές και συνασκητές του:
Καί πρῶτον μέν παρατίθημι ὑμᾶς ἐν τῇ σκέπῃ τῆς ὑπερευλογημένης Θεοτόκου καί ἀει παρθένου Μαρίας, καθά καί ἡ μονή κεκλήρωται, εἰς ἥν κἀγὼπεποιθὼς ἕως του νῦν τῆς ἀναγκαίας χρείας οὐκ ἐστερήθην. Ἐλπίζωδὲδιὰτῆς μεσιτείας αὐτῆς καὶκατὰ χάριν σωθῆναι.
Μνεία για την αφιέρωση της μονής στην Παναγία Μετεωρίτισσα διασώζει σιγνογραφικό γράμμα των ετών 1348-1362. Στο καθολικό της μονής υπάρχει προσκυνητάριο με την εικόνα της Παναγίας Μετεωριτίσσης, έμπροσθεν της οποίας ανάπτονταν σύμφωνα με το Τυπικό της Μονής κηροί σε συγκεκριμένα σημεία των ιερών ακολουθιών.
Στην Ιερά Μονή θησαυρίζονται πλειάδα αγίων λειψάνων και ιερών εικονισμάτων. Αναφέρονται ενδεικτικά τα Άχραντα Πάθη του Κυρίου, ήτοι τμήματα από τον ακάνθινο στέφανο, τη λόγχη, τον σπόγγο και τη χλαμύδα, μέρος της χειρός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, η αδιάφθορος δεξιά του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τμήμα της κάρας του Αγιου Γρηγορίου του Θεολόγου, η αδιάφθορος παλάμη του Αγίου Παιδομάρτυρος Κηρύκου, η κάρα του Αγίου Ιωάννη της Κλίμακος καθώς και πολλά άλλα. Από τα θαυματουργά ιερά εικονίσματα ξεχωρίζουν αυτά της Παναγίας της Λοξαδιωτίσσης του 12ου-13ου αιώνος και της Παναγίας Καναλιωτίσσης.
Ως είναι γνωστό, τα Τυπικά κατέχουν προνομιακή θέση στον μοναστικό βίο. Τα λειτουργικά Τυπικά παρέχουν διατάξεις και οδηγίες για τις καθημέραν ακολουθίες και τις κατά τάξη δεσποτικές και θεομητορικές εορτές αλλά και των διακεκριμένων Αγίων. Συνίστανται δε σε δύο εξαρτώμενα εορτολογικά σύνολα, των κινητών και ακινήτων εορτών. Τούτο διότι του χρόνου προϊόντος διαμορφώνονται στο μοναστήριο ιδιαίτερες λατρευτικές και λειτουργικές συνήθειες, οι οποίες ενσωματώνονται οργανικά στην δομή του Τυπικού. Οι εν λόγω ιδιαιτερότητες καταγράφονται στον υπ’ αριθμόν 83 κώδικα του έτους 1580, έργο του μοναχού Χριστοδούλου. Το εν λόγω χειρόγραφο, περιλαμβάνει το Τυπικό της σεβασμίας μονής. Από τα περιεχόμενά του καθίσταται σαφές πως πρόκειται για λειτουργικό Τυπικό, μολονότι περιλαμβάνει πολλές διατάξεις και νουθεσίες, κανονιστικές της συμπεριφοράς των μοναχών.
Αυτός μόνο, και για πρώτη φορά, εντάσσει στο Τυπικό του τις ιδιάζουσες λειτουργικές συνήθειες και την τάξη της μονής. Τα όσα δε παραδίδει αποτελούν μαρτυρίες για την πνευματική ακμή της μονής και για τον εν αυτή έντονο λειτουργικό βίο κατά την πρώιμη μεταβυζαντινή περίοδο.